- ἐπισκώπτων
- ἐπισκώπτωlaugh atpres part act masc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κἀπισκώπτων — ἐπισκώπτων , ἐπισκώπτω laugh at pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)